Τεράστια απώλεια για την επιστημονική κοινότητα
Θλίψη στον επιστημονικό κόσμο προκαλεί η είδηση για τον θάνατο του μεγάλου αστροφυσικού Στίβεν Χόκινγκ σε ηλικία 76 ετών.
Την ειδηση για το θάνατο του Χόκινγκ ανακοίνωσε η εταιρείας με δήλωσή της προσθέτοντας ότι ο Χόκινγκ άφησε την τελευταία του πνοή στο σπίτι του στο Κέμπριτζ.
«Με μεγάλη μας θλίψη ανακοινώνουμε ότι ο αγαπημένος πατέρας μας πέθανε σήμερα. Ήταν ένας μεγάλος επιστήμονας και ένας εξαιρετικός άνδρας το έργο και η κληρονομιά του οποίου θα ζει για πολλά χρόνια» έγραψαν τα παιδιά του Λούσι Ρόμπερτ και Τιμ στη δήλωσή τους.
«Το κουράγιο και η επιμονή του μαζί με το χιούμορ και τις σκέψεις του αποτέλεσαν έμπνευση για ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Κάποτε είπε ότι “το σύμπαν δεν θα άξιζε αν δεν ήταν το σπίτι για όσους αγαπάς”. Θα μας λείπει για πάντα» κατέληξαν στη δήλωσή τους.
Όταν διέψευδε τους γιατρούς
Ο Στίβεν Χόκινγκ είχε διαγνωστεί με τη νόσο του κινητικού νευρώνα σε ηλικία 21 ετών το 1963 με τους γιατρούς να εκτιμούν τότε ότι δεν θα ζήσει για περισσότερα από 2-3 χρόνια. Όπως αποδείχθηκε, όμως, ο μεγάλος αστροφυσικός έπασχε από μια εκδοχή της ασθένειας που δεν εξελισσόταν τόσο ραγδαία.
Ο Χόκινγκ είχε κάποτε εκτιμήσει ότι χρειάστηκε μόνο 1.000 χρόνια στα 3 χρόνια που χρειάστηκε για να αποκτήσει το πρώτο του πτυχίο στην Οξφόρδη. «Πρέπει ή να είσαι καταπληκτικός χωρίς προσπάθεια ή να αποδέχεσαι τα όριά σου» είχε γράψει στην αυτοβιογραφία του το 2013.
Οι τελευταίες πέντε δεκαετίες δεν ήταν εύκολες για τον Στίβεν Χόκινγκ καθώς βρέθηκε καθηλωμένος σε μηχανοκίνητο αναπηρικό καροτσάκι χωρίς να μπορεί να χρησιμοποιεί τους περισσότερους από τους μύες του. Το 1985, μάλιστα, έχασε την ικανότητα ομιλίας και έτσι επικοινωνούσε μέσω ενός συστήματος παραγωγής ομιλίας με τη βοήθεια υπολογιστή.
Το 1985, ο Χόκινγκ προσβλήθηκε από πνευμονία που απείλησε τη ζωή του. Η τότε σύζυγός του, Τζέιν, είχε αρνηθεί να τερματίσει την μηχανική υποστήριξη, με αποτέλεσμα μία τραχειοτομή που θα απαιτούσε την εικοσιτετράωρη νοσηλευτική φροντίδα, και θα αφαιρούσε ότι είχε απομείνει από την ομιλία του. Η υγειονομική υπηρεσία θα πλήρωνε για οίκο ευγηρίας, αλλά η Τζέιν ήταν αποφασισμένη ότι θα ζούσε στο σπίτι. Το κόστος της φροντίδας χρηματοδοτήθηκε από ένα αμερικανικό ίδρυμα. Νοσοκόμες μισθώθηκαν για τις τρεις βάρδιες που απαιτούνταν για να παρέχουν την εικοσιτετράωρη υποστήριξη που απαιτούνταν.
Ένας από εκείνους που απασχολούνταν ήταν η Ελειν Μέισον, η γυναίκα που θα γινόταν η δεύτερη σύζυγός του.