Το κράτος χάνει 8 δισ. ευρώ στα… ζάρια. Χαρακτήρα «τσουνάμι» έχει πλέον ο παράνομος τζόγος στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης.
Το κράτος χάνει 8 δισ. ευρώ στα… ζάρια. Χαρακτήρα «τσουνάμι» έχει πλέον ο παράνομος τζόγος στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης. Από τη μία οι αξιωματικοί της Οικονομικής Αστυνομίας προσπαθούν να εντοπίζουν και να βάζουν «λουκέτο» στις παράνομες λέσχες και τα καταστήματα με ηλεκτρονικό στοιχηματισμό και από την άλλη τα καταστήματα αυτά πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα.
Δείτε πληροφορίες για την Οικονομική αστυνομία εδώ
Έχοντας πλέον ένα καινούργιο target group πελατών, η νέα τάση είναι να εξαπλώνονται στην περιφέρεια του λεκανοπεδίου προκειμένου να είναι δυσκολότερα «ανιχνεύσιμα» από τους αστυνομικούς. Άνθρωποι που γνωρίζουν καλά τη γεωγραφία του παράνομου τζόγου αποκαλύπτουν ότι την ίδια ώρα που η Οικονομική Αστυνομία τον τελευταίο μήνα έβαζε «λουκέτο» σε δύο μίνι – καζίνο στη Νέα Σμύρνη και το κέντρο της Αθήνας, στους Αμπελόκηπους ξεκινούσε τη λειτουργία του ένα ακόμη μεγαλύτερο και πιο οργανωμένο, τόσο από πλευράς παροχής υπηρεσιών προς τους πελάτες του, όσο και από πλευράς ασφάλειας. Η Αστυνομία, παρά τα πενιχρά μέσα που πλέον διαθέτει, καλείται να δώσει ένα τέλος σε αυτή την ουσιαστικά ανεξέλεγκτη κατάσταση, αφού οι απώλειες εσόδων για τα δημόσια ταμεία φτάνουν μέχρι και τα 8 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, σύμφωνα με τους υπολογισμούς.
Μετά από μια περίοδο που η οικονομική κρίση προκάλεσε αντίστοιχα προβλήματα στις παλιές «δυνατές» παράνομες λέσχες, αλλά και τα μίνι-καζίνο που αποτελούσαν πόλο έλξης των «μεγάλων παιχτών», οι επιχειρηματίες του παράνομου τζόγου άλλαξαν στρατηγική και στόχευση. Κατ’ αρχήν ακολούθησαν την τακτική «λίγα χρήματα από πολλούς» δίνοντας τη δυνατότητα σε μεγάλο αριθμό πελατών τους να τζογάρουν μικρότερα ποσά, είτε σε «φρουτάκια» και άλλες διαδικτυακές μηχανές, είτε ακόμη και στα πονταρίσματα σε πιο παραδοσιακά σκληρά παιχνίδια.
Παράλληλα εκμεταλλεύτηκαν ένα πολύ μεγάλο κοινό, το οποίο πλέον καλύπτει και με το παραπάνω τις απώλειες Ελλήνων πελατών λόγω της ανεργίας και των χαμηλών εισοδημάτων. Η δεξαμενή αυτή είναι οι Ασιάτες που ζουν και εργάζονται στη χώρα και από παράδοση είναι μανιακοί με το τζόγο. Σε αυτή την κατηγορία πελατών ανήκουν από στελέχη κινέζικων εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα, μέχρι συμπατριώτες τους καταστηματάρχες των γνωστών «κινέζικων ενδυμάτων» και εργάτες από το Μπανγκλαντές. Μάλιστα όπως μας αποκαλύπτουν άνθρωποι που συμμετέχουν στην αναζήτηση «καλών» πελατών για τα μίνι-καζίνο, υπάρχουν τέτοια που λειτουργούν σχεδόν αποκλειστικά με Ασιάτες πελάτες και μάλιστα εμφανίζουν και το μεγαλύτερο τζίρο.
Σε όλες τις περιπτώσεις αυτού του είδους τα «στέκια» είναι… καμουφλαρισμένα. Σε άλλες περιπτώσεις είναι καταστήματα στα οποία λειτουργούσαν παλιότερα μπαράκια και πλέον έχουν αποκτήσει σιδερένιες πόρτες ασφαλείας, κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης με κάμερες και τσιλιαδόρους, ενώ για να μπεις στο κατάστημα πρέπει να είσαι γνωστός πελάτης ή να σε πάει εκεί κάποιος γνωστός.
Σε άλλες περιπτώσεις η κατάσταση χαρακτηρίζεται ως… παραπλανητική. Δηλαδή το παράνομο μίνι-καζίνο λειτουργεί σε κάποια μονοκατοικία που η κεντρική της είσοδος είναι μονίμως κλειδωμένη και η είσοδος γίνεται από την γκαραζόπορτα ή κάποια άλλη βοηθητική είσοδο, την οποία μόνο οι μυημένοι γνωρίζουν.
Ο δεύτερος κύκλος του παράνομου τζόγου, που αφορά ίσως το μεγαλύτερο μέρος των πελατών, είναι ο στοιχηματισμός σε ποδοσφαιρικούς και άλλους αγώνες, που γίνεται μέσω στοιχηματίκων εταιρειών διαφόρων χωρών, και φυσικά με την βοήθεια των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Με δεδομένο ότι η δουλειά αυτή μπορεί να γίνεται χωρίς να φαίνεται, έχει οδηγήσει στο να λειτουργούν τέτοιοι «μικροί πυρήνες» παράνομου τζόγου ακόμη και σε συνοικιακά καφενεία. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελεί η Δυτική Αττική και κυρίως οι περιοχές που λόγω των πληθυσμιακών ιδιαιτεροτήτων τους, Ρομά και ομογενείς από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, δεν αστυνομεύονται και ιδιαίτερα! Έτσι τα καταστήματα που προσφέρουν και τη δυνατότητα παράνομου στοιχήματος με μεγαλύτερες αποδόσεις από το νόμιμο, γίνονται σταδιακά πόλος έλξης όχι μόνο για τους κατοίκους αυτών των περιοχών, αλλά και για τζογαδόρους από ολόκληρη την Αττική.