Η υπόθεση έφτασε μέχρι το δικαστήριο της Χάγης
Με ανατροπή έληξε η πολύκροτη υπόθεση ομαδικού βιασμού στη Ρόδο καθώς ομόφωνη απόφαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Ρόδου κρίθηκαν αθώοι οι τρεις Βρετανοί, που καταγγέλθηκαν και μηνύθηκαν από μια ομοεθνή τους.
Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου είχε κρίνει ότι δεν θα πρέπει να γίνει κατηγορία για το αδίκημα του ομαδικού βιασμού στους τρεις κατηγορούμενους, διαψεύδοντας τους ισχυρισμούς της φερόμενης ως θύματος ότι είχαν χρησιμοποιήσει βία για να έλθουν σε εξώγαμη συνουσία από κοινού μαζί της.
Η υπόθεση έφτασε μέχρι το δικαστήριο της Χάγης και εισήχθη σε δίκη χθες με την γυναίκα να έχει δηλώσει από το έτος 2013 ότι δεν θα παρουσιαστεί στο ακροατήριο. Την 28η Μαΐου 2008 και περί ώρα 8:15 π.μ. η Αγγλίδα μετέβη στο Αστυνομικό Τμήμα Φαληρακίου και σε ένορκη εξέτασή της, η οποία έγινε με το διορισμό διερμηνέα, κατήγγειλε ότι την ίδια ημέρα και ώρα 5:00 π.μ. πήγε στο δωμάτιο ενός φίλου της, με τον οποίο διασκέδαζε προηγουμένως σε μπαρ της περιοχής, με σκοπό να πιουν ένα ποτό και τότε αυτός μαζί με άλλα δύο άτομα, που ήρθαν στο δωμάτιο, πέντε λεπτά αργότερα, την βίασαν.
Υποστήριξε συγκεκριμένα ότι ο ένας την έσπρωξε στο κρεβάτι, ενώ ήταν μεθυσμένη και οι άλλοι δύο τον βοήθησαν να της αφαιρέσει το παντελόνι, ακινητοποιώντας τα χέρια και τα πόδια της. Και οι τρεις, όπως είπε, ήλθαν σε επαφή μαζί της ταυτόχρονα.
Αφού ολοκλήρωσαν, εγκατέλειψε το δωμάτιο, τηλεφώνησε στην αδερφή της και πήγαν κατευθείαν στο παραπάνω Αστυνομικό Τμήμα. Από εκεί, όπως προκύπτει από κατάθεση αστυνομικού, η κοπέλα μαζί με την αδερφή της, μετέβησαν με περιπολικό στο Γενικό Νοσοκομείο Ρόδου προκειμένου να της γίνουν οι απαραίτητες εξετάσεις και να ελεγχθεί από ιατροδικαστή. Κατά την αναμονή της και ενώ θα παρουσιαζόταν στον ιατροδικαστή, η κοπέλα άρχισε να φωνάζει, λέγοντας ότι ήθελε να φύγει από το Γ.Ν. Ρόδου γιατί θα ταξίδευε το μεσημέρι με αεροπλάνο για την Αγγλία. Τότε ο αστυνομικός τις μετέφερε ξανά στο Αστυνομικό Τμήμα απ’ όπου έφυγαν χωρίς να δώσουν άλλα στοιχεία για να βοηθήσουν στο έργο της έρευνας.
Ο αστυνομικός ανέφερε μάλιστα ότι η συνεργασία των δύο γυναικών προς αυτούς ήταν μηδενική. Η Αγγλίδα στις 29 Μαΐου 2008, μία ημέρα μετά το περιστατικό εμφανίστηκε στην αστυνομία της Northumbria, όπου έδωσε κατάθεση, καταγγέλλοντας αυτή τη φορά τους κατηγορούμενους για βιασμό και εξετάστηκε από ιατροδικαστή 48 ώρες περίπου μετά το περιστατικό. Σύμφωνα με την ιατροδικαστική εξέταση, η Αγγλίδα κατά τη διάρκεια της εξέτασης ήταν ήρεμη και συνεργάσιμη, βρέθηκαν πολλαπλοί κυρίως μικροί μώλωπες σε πολλά σημεία του σώματός της, ενώ δεν αναγνωρίστηκαν άλλες κακώσεις ή τραυματισμοί κατά την εξέτασή της στο κεφάλι, στο λαιμό, στο στήθος-θώρακα, πλάτη, κοιλία και άκρα.
Περαιτέρω στην περιοχή των γεννητικών οργάνων δεν φάνηκε καμία κάκωση, ανωμαλία ή παρουσία αίματος. Καμία κάκωση δεν παρατηρήθηκε και στην περιοχή του πρωκτικού δακτυλίου, ούτε η παρουσία αίματος. Με βάση τα παραπάνω το δικαστικό συμβούλιο έκρινε ότι δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις ενοχής, ικανές να στηρίξουν δημόσια κατηγορία στο ακροατήριο σε βάρος των τριών κατηγορουμένων για τη διωκόμενη αξιόποινη πράξη του ομαδικού βιασμού, ιδίως από το γεγονός ότι δεν υπήρξαν κακώσεις στα γεννητικά όργανα και στον πρωκτικό δακτύλιο, αλλά και λόγω της αντιφατικότητας των καταθέσεών της. Η υπόθεση επανεξετάστηκε όμως από το Συμβούλιο Εφετών Δωδεκανήσου μετά την άσκηση έφεσης κατά του πρωτόδικου απαλλακτικού βουλεύματος.
Από την χθεσινή ακροαματική διαδικασία δεν προέκυψε η βασιμότητα των καταγγελιών.