Το θρίλερ της απαγωγής του Μιχάλη Λεμπιδάκη μετρά ήδη 80 μέρες.
Το Σάββατο, με μία σπαρακτική επιστολή, η οικογένειά του ανακοίνωσε ότι σταματά τις διαπραγματεύσεις.
Έχουν περάσει 80 ημέρες από την εξαφάνιση του Μιχάλη Λεμπιδάκη, του ενός εκ των δύο γιων του Γιάννη Λεμπιδάκη, ιδρυτή της εταιρείας Πλαστικά Κρήτης και της Παγκρήτιας Τράπεζας. Του 54χρονου πατέρα τριών παιδιών.
Το Σάββατο επίσης συμπληρώθηκαν 53 μέρες χωρίς νέα του και «η οικογένεια μας βυθίζεται σε απόγνωση» όπως αναφέρει η επιστολή τους.
Το χρονικό της απαγωγής
Ολα ξεκίνησαν το απόγευμα της Πέμπτης 30 Μαρτίου. Ο επιχειρηματίας πήγαινε από το Ηράκλειο προς τα Καλέσσα, ένα οικισμό έξω από την πόλη. Σύντομα ειδοποιήθηκε η αστυνομία, η οποία ανακάλυψε το αυτοκίνητό του εγκαταλελειμμένο, με ανοιχτές τις πόρτες και τρακαρισμένο.
Οι αρχές επικοινώνησαν με την οικογένεια η οποία προσπάθησε να τον καλέσει στο κινητό. Καμία απάντηση. Σύντομα το κινητό του έκλεισε. Η παγίδα των απαγωγέων αρχίζει να εξελίσσεται. Ειδοποιείται η πυροσβεστική να επέμβει καθώς δύο αυτοκίνητα καίγονταν στο δρόμο προς τον οικισμό Καλέσσα, κοντά στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο. Μία BMW και ένα αγροτικό κάηκαν ολοσχερώς. Οι δράστες έβαλαν φωτιά και στα δύο αυτοκίνητα για να εξαφανίσουν τα ίχνη τους.
Τα οχήματα καταστράφηκαν και μαζί τους χάθηκαν τυχόν αποτυπώματα και ίχνη γενετικού υλικού.
Η πρώτη επαφή με τους απαγωγείς
Εννέα μέρες μετά την απαγωγή οι δράστες επικοινωνούν με την οικογένεια μέσω sms στο κινητό του αδελφού του ομήρου, ζητούν 100 εκατομμύρια ευρώ.
Το ποσό είναι αδύνατο να συγκεντρωθεί και έπειτα από διαπραγματεύσεις καταλήγουν στα 70 εκατομμύρια ευρώ. Η οικογένεια θεωρεί ότι μπορεί να τα συγκεντρώσει. Οι απαγωγείς ζήτησαν τα λύτρα να δοθούν σε μικρής αξίας χαρτονομίσματα, χρησιμοποιημένα και όχι της ίδιας σειράς.
Ωστόσο, οι κανόνες των capital controls έθεσαν εμπόδια στην οικογένεια γα τη συγκέντρωση των χρημάτων. Για το λόγο αυτό ζητήθηκε η παρέμβαση αρχικά της Τράπεζας της Ελλάδας και στη συνέχεια και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για να γίνει «by pass» στους περιορισμούς της κίνησης κεφαλαίων.
Μιχάλης Λεμπιδάκης: «Με προσέχουν. Συνεργαστείτε μαζί τους»
Οι μέρες περνούν και η οικογένεια δεν έχει κανέναν ίχνος του δικού τους ανθρώπου. Σχεδόν ένα μήνα μετά την απαγωγή οι δράστες στέλνουν ένα ακόμα sms στον αδελφό, με οδηγίες για να φτάσει σε κάποιον νομό της Κρήτης, σε συγκεκριμένο σημείο, σε απόσταση περίπου 170 χιλιομέτρων από το σπίτι της οικογένειας. Εκεί στην άκρη ενός δρόμου, θα βρει ένα usb.
Ο αδελφός του Μιχάλη Λεμπιδάκη ακολουθεί πιστά τις οδηγίες. Πηγαίνει στο σημείο που του έχουν υποδείξει οι απαγωγείς και παίρνει το στικάκι. Περιέχει ένα βίντεο με τον επιχειρηματία να επιβεβαιώνει ότι είναι καλά.
Μέσα σε ένα βίντεο με διάρκεια λιγότερη του ενός λεπτού ο Μιχάλης Λεμπιδάκης απευθύνεται στους συγγενείς του λέγοντας τους ότι είναι σε καλή κατάσταση. «Με προσέχουν, μην έχετε άγχος γι’ αυτό, συνεργαστείτε μαζί τους» λέει.
Για να αποδείξουν μάλιστα, στους συγγενείς ότι το θύμα είναι ζωντανό και ότι το βίντεο είναι μαγνητοσκοπημένο λίγες ώρες πριν, οι απαγωγείς ζητούν από τον επιχειρηματία να περιγράψει θέμα που έπαιξε στα δελτία ειδήσεων της προηγούμενης ημέρας.
Το τελευταίο sms
«Έχουμε καταφέρει να μαζέψουμε λιγότερα από 10 εκατομμύρια. Πάρτε αυτά τα χρήματα» είναι το sms της οικογένειας στους απαγωγείς που έχει καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια αλλά αδυνατεί να συγκεντρώσει τα χρήματα. «Όχι, θέλουμε τα 70», είναι η απάντηση των απαγωγέων.
Το τελευταίο μήνυμα στον αδελφό του Μιχάλη Λεμπιδάκη έλεγε «Βρείτε αυτά που σας ζητάμε να τελειώνει η υπόθεση».
Αυτό συνέβη πριν από 53 ημέρες. Έκτοτε η οικογένεια του Μιχάλη Λεμπιδάκη δεν έχει κανέναν σημάδι ότι ο επιχειρηματίας είναι ζωντανός, ενώ και τα κινητά από όπου στάλθηκαν τα SMS είναι αδύνατον να εντοπιστούν (είναι από πακιστανικά κινητά μίας χρήσης).
Ωστόσο οι αρχές ελπίζουν ότι η δημοσιοποίηση της τελευταίας επιστολής της οικογένειας, θα «αναγκάσει» τους απαγωγείς να επικοινωνήσουν ξανά μαζί της, ενώ υπάρχουν και φόβοι για την ζωή του σε περίπτωση που έχει δει τα πρόσωπα των απαγωγεών του.
Τις τελευταίες ημέρες μάλισταν έγιναν και έρευνες σε συγκεκριμένα σημεία της Κρήτης, αλλά δεν είχαν αποτέλεσμα.