Πούτσο: Όσο και αν μοιάζει απίστευτο ήταν υπαρκτό πρόσωπο, όμορφος και τον ήθελαν όλες οι γυναίκες για σύζυγό τους. Όσο μεγάλωνε, γινόταν ακόμα πιο όμορφος. Δείτε το άρθρο.
Ο Πούτσος έζησε το 427 π.Χ. ως το 347 π.Χ., και ήταν αρχαίος Έλληνας ανθοπώλης από την Αθήνα, ο οποίος έγινε γνωστός και έμεινε στην ιστορία για την ομορφιά, την γοητεία και το ευγενές του χαρακτήρος του.
Παρόλο που υπήρξε φτωχός, ήταν ο πιο περιζήτητος γαμπρός της αρχαίας Αθήνας και όλοι πατεράδες προόριζαν τις ομορφότερες κόρες τους για τον Πούτσο.
Εξού και η φράση: «Το κορίτσι αυτό είναι για τον Πούτσο». Όσο μεγάλωνε ο Πούτσος, οι γυναίκες τον λάτρευαν ακόμα περισσότερο.
Όταν περπατούσε στο δρόμο, υπήρχαν ασυγκράτητες γυναίκες που τον φιλούσαν παντού, τον έγλυφαν, τον μύριζαν, τον χάιδευαν και τον έφτυναν.
Όλες αυτές ήταν για τον Πούτσο. Πραγματικά ήταν αδύνατο να βγάλει κανείς τον Πούτσο από το μυαλό μιας γυναίκας.
Κι απ’ το 347 π.Χ που πέθανε, από τότε κυκλοφορεί η φράση «Τον Πούτσο Κλαίγανε!!» σύμφωνα με την frikipaideia.
Υπάρχει όμως και μια άλλη άποψη ότι δηλαδή η προέρχεται από μια πολύ παλιά και σοφή παροιμία των αρχαίων Σουμερίων, που επίσης συναντάται και στην μορφή τρεις τον πούτσο κλαίγανε με πολλαπλές χρήσεις στην καθομιλουμένη. Για έμφαση μπορεί πριν την έκφραση να χρησιμοποιηθεί και το άιντεεεεεεε και για ακόμα μεγαλύτερη έμφαση να συνοδεύεται από χαρακτηριστική κίνηση παλινδρόμησης της χούφτας.
Με την έκφανση αυτή, συχνά χρησιμοποιείται ανάλογα με την περίσταση, ως συνώνυμη με άλλες εκφράσεις (χαμηλότερου και λαϊκότερου επιπέδου ασφαλώς) όπως άρες μάρες κουκουνάρες, άρτσι μπούρτζι και λουλάς, ό,τι να ‘ναι να ‘χαμε να λέγαμε, καλά κρασιά, εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται ή σε διάφορους συνδυασμούς αυτών, όπως σημειώνει το slang.gr
Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η wiktionary.org αναφέρει ότι η ετοιμολογία -Πούτσος, πούτσα- είναι άγνωστη ή αλλιώς αβέβαιης ετυμολογίας και μπορεί να προέρχεται από την ιταλικής προέλευσης λέξη «πιτσούνι», από τη γερμανοεβραϊκή פּוץ (putz) (ανεπίτρεπτα) το πέος (μη επιστημονική ορολογία, χυδαιολόγημα), ή από την αρχαία ελληνική πόσθη, ή τέλος από τη πρωτοσλαβική λέξη butsa (εξόγκωμα, προεξοχή) ή από τη σερβική пуца (πυροβολώ).
Βέβαια η ελληνική έκδοση της wikipedia δεν αναφέρει τίποτα για το λύμα, αλλά μας παραπέμπει στο πέος.
Τέλος, σύμφωνα με την εκδοχή που κυκλοφορεί, η έκφραση αποδίδεται στον Γεώργιο Καραΐσκάκη, όταν την 1 Ιουλίου 1823 τον κάλεσε ο Μαχμούτ πασάς να προσκυνήσει, ο Καραϊσκάκης του απάντησε:
«Μου γράφεις ένα μπουγιουρντί, λέγεις να προσκυνήσω κι εγώ, πασά μου, ρώτησα τον πούτζον μου τον ίδιον κι αυτός μου αποκρίθηκε να μην σε προσκυνήσω κι αν έρθεις κατ’ επάνω μου, ευθύς να πολεμήσω».
Το επεισόδιο είναι αληθινό, αλλά με αρκετές διαφορές, τουλάχιστον αν πιστέψουμε τον Γιάννη Βλαχογιάννη, που ασφαλώς ήταν η κατεξοχήν αυθεντία σε θέματα Καραϊσκάκη (άσχετο αν δεν αξιώθηκε να γράψει τη βιογραφία που ονειρευόταν). Δείτε όλη την ιστορία της έκφρασης εδώ: sarantakos.
Έτσι, αν και δεν υπάρχει σαφής βεβαιότητα πώς προφερνόταν το «πούτζον», αν με «τζ» ή με «τσ», ξέρουμε πως ετυμολογείται από το ιταλικό «pozzo», ή μάλλον από τη νοτιοϊταλική παραλλαγή «puzzu», που έρχεται από το λατινικό «puteus». Οπότε, «πούτζον» (και πότζον) θα πει πηγάδι.
Ρίξτε και ματιά εδώ:
Έρωτας και Σεξ στην Αρχαία Ελλάδα