Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να καλέσει την Apple να επιστρέψει στο Δουβλίνο ποσό ρεκόρ άνω των 13 δισεκατομμυρίων ευρώ, καθώς απεφάνθη πως το ειδικό σχέδιο για τη διοχέτευση των κερδών της εταιρείας μέσω της Ιρλανδίας αποτελούσε παράνομη κρατική βοήθεια.
Δείτε εδώ: apple.com
«Η Apple ακολουθεί τον νόμο και πληρώνουμε όλους τους φόρους που οφείλουμε οπουδήποτε λειτουργούμε. Θα ασκήσουμε έφεση και έχουμε την πεποίθηση πως η απόφαση θα ανατραπεί», αναφέρει η εταιρεία.
Η έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού της Ε.Ε., η οποία διήρκησε για περίπου τρία χρόνια, αφορούσε τη συμφωνία μεταξύ Apple και Ιρλανδίας, η οποία διασφάλιζε πολύ χαμηλό φόρο στα έσοδα της αμερικανικής εταιρείας από τις ευρωπαϊκές της δραστηριότητες.
Τον Σεπτέμβριο του 2015, οι Βρυξέλλες διαπίστωσαν ότι η συγκεκριμένη φορολογική συμφωνία παραβίαζε τους κανόνες της ενιαίας αγοράς, δημιουργώντας συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού.
Σύμφωνα με τις σχετικές ανακοινώσεις, ο συντελεστής φορολογίας της Apple ανερχόταν μεταξύ 0,005% και 1% κατά τη διάρκεια της περιόδου 2003 – 2014. «Η Ιρλανδία παρείχε παράνομες φορολογικές ελαφρύνσεις στην Apple, οι οποίες της επέτρεπαν να καταβάλλει σημαντικά λιγότερο φόρο, έναντι των υπόλοιπων επιχειρήσεων» δήλωσε σχετικά, η Επίτροπος Ανταγωνισμού, Μαργκρίτ Βεστάγκερ.
Το ποσό των 13 δισ. ευρώ, σύμφωνα με την απόφαση, θα μπορούσε να μειωθεί, εφόσον άλλες χώρες επιδιώξουν να διεκδικήσουν περισσότερα φορολογικά έσοδα από τον τεχνολογικό κολοσσό.
Σε μία πρώτη, επίσημη αντίδραση, ο υπουργός Οικονομικών της Ιρλανδίας, Μίκαελ Νούναν,εξέφρασε τη «βαθιά του διαφωνία» με την απόφαση της Ε.Ε., διαβεβαιώνοντας ότι η Apple έχει καταβάλει όλους τους φόρους που της αναλογούν.
«Δεν πρόκειται για κρατική βοήθεια» συμπλήρωσε και ξεκαθάρισε ότι «η Ιρλανδία δεν παρέχει ευνοϊκές φορολογικές συνθήκες σε κανέναν φορολογούμενο». Προανήγγειλε μάλιστα, την προσφυγή εναντίον της απόφασης, προκειμένου να «υποστηρίξει την ακεραιότητα του ιρλανδικού φορολογικού συστήματος».
Από την πλευρά της, η Apple προειδοποιεί ότι η απόφαση της Κομισιόν θα έχει «βαθιά και επιζήμια επίδραση στις επενδύσεις και τις θέσεις εργασίας στην Ευρώπη».