Το φαινόμενο Πέδρο Σάντσεθ οδηγεί σε ραγδαία δημοσκοπική ανάκαμψη τους Σοσιαλιστές εις βάρος του κυβερνώντος κόμματος και των Podemos.
Η επίδραση στην κοινή γνώμη που είχε η πολιτική αναβάπτιση του Πέδρο Σάντσεθ στην ηγεσία του Ισπανικού Σοσιαλιστικου Εργατικού Κόμματος (PSOE), όπως ήταν αναμενόμενο συνέβαλε στο ν’ αναθαρρήσουν οι απογοητευμένοι οπαδοί του κόμματός από τα δύο απανωτά αρνητικά αποτελέσματα και πλέον να πιστεύουν σε μία αναβίωση του κόμματος από τις στάχτες του.
Όπως εξάγεται από την πρόσφατη δημοσκόπηση, που πραγματοποιήθηκε από το δημοσκοπικό γραφείο Jaime Miquel για λογαριασμό της ψηφιακής εφημερίδας El Publico, προκύπτει πως εάν σήμερα πραγματοποιούνταν εκλογές στην Ισπανία, το PSOE θα ανέκαμπτε σημαντικά σε ποσοστά και ψήφους, ώστε η διαφορά του από το προπορευόμενο συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα (ΡΡ) θα ήταν μόλις ένα εκατ. ψηφοφόροι, ενώ θα ανέβαινε στις 96 έδρες (από 85 σήμερα) στο Κοινοβούλιο.
Από την πλευρά του, το ΡΡ θα έχανε έως 1,1 εκατ. ψηφοφόρους και από τις 137 σημερινές έδρες θα υποχωρούσε στις 124, σχεδόν στα επίπεδα των εκλογών του Δεκεμβρίου 2015.
Οι αντίστοιχες απώλειες και κέρδη των δύο μεγάλων παραδοσιακών κομμάτων θα προκαλούσαν ανακατατάξεις και στην υπόλοιπη κοινοβουλευτική ιεραρχία των κομμάτων. Έτσι, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, τα κέρδη του PSOE θα είχαν αρνητικόν αντίκτυπο στους Unidos Podemos, που θα έχαναν σε περίπτωση τωρινών εκλογών έως και 730.000 ψηφοφόρους και 13 βουλευτές (58 αντί για 71 σήμερα). Αλλά και οι απώλειες του ΡΡ θα μεταφράζονταν σε κέρδη για τους Ciudadanos, που θα έβλεπαν το κεφάλαιο των ψήφων τους να αυξάνεται κατά 430.000 και τις έδρες τους κατά 14, στις 46.
Ωστόσο, σύμφωνα με τους αναλυτές, το αποτέλεσμα τούτης της δημοσκόπησης, που δημοσιεύθηκε χθες στην El Publico κι αναπαράγεται σήμερα κι από τον υπόλοιπο Τύπο της χώρας, καταδεικνύει την έλλειψη αναλογικότητας στην αποτύπωση σε έδρες της πραγματικής δύναμης των κομμάτων. Και τούτο γιατί το σύστημα με τις περιφέρειες που ισχύει, εμποδίζει ώστε η ποσοστιαία πτώση σε εθνικό επίπεδο του ΡΡ να μεταφρασθεί σε πραγματική απώλεια εδρών, καθώς διατηρεί μεγάλο αριθμό των εδρών του σε περιοχές με μικρό πληθυσμό απλώς επειδή έρχεται πρώτο.
Το αντίστοιχο ισχύει και για τους Podemos και Ciudadanos, που χάνουν πολλούς περισσότερους βουλευτές απ’ ότι ποσοστά, τα οποία στην ουσία μειώνονται μόλις και μερικά δεκαδικά από τα σημερινά τους.
Έτσι, ακόμη και με τη μειωμένη δύναμή του βάσει της δημοσκόπησης, το ΡΡ θα μπορούσε κάλλιστα να σχηματίσει κυβέρνηση με τους Ciudadanos και το ‘αδελφό’ βασκικό κόμμα PNV, συγκεντρώνοντας 175 έδρες, μόλις μία από την απόλυτη πλειοψηφία, εξασφαλίζοντας τις αναγκαίες αποχές, ή συμπράξεις, άλλων μικρότερων και περιφερειακών κομμάτων στις κρίσιμες ψηφοφορίες.
Σημαντικό στοιχείο για τις ρηγματικές τούτες ανακατατάξεις στον πολιτικό χάρτη της Ισπανίας στην καινούργια τούτη μέτρηση αποτελεί η ποιοτική ανάλυση των αποτελεσμάτων της, ιδίως όσον αφορά τις μετακινήσεις και τη στάση των ψηφοφόρων.
Το φαινόμενο του ‘επαναστάτη Σάντσεθ’, που αναπροσδιορίζει τη θέση του PSOE και τις σχέσεις με την Αριστερά και τα άλλα κόμματα—με την ευθεία αντίθεσή του με τον πρωθυπουργό Μαριάνο Ραχόι και την αναμονή των πρωτοβουλιών του για κατάθεση πρότασης μομφής εναντίον του—ενθαρρύνει πολλούς ψηφοφόρους του, που προηγουμένως ψήφισαν Podemos να επιστρέψουν (560.000 ψήφους, ή τα δύο τρίτα των προηγούμενων γενικών του απωλειών), ενώ εμφανίζονται ν’ ανακάμπτουν και 160.000 ψηφοφόροι που είχαν προτιμήσει την αποχή στις περσινές εκλογές.
Η επιλογή της αποχής είναι εξάλλου εκείνη που προκαλεί κυρίως την αιμορραγία του ΡΡ σε ψηφοφόρους. Υπολογίζεται πως 900.000 από τις ψήφους του διαρρέουν προς το στρατόπεδο της αποχής, καθώς πλέον οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι του πλέον ενώπιον της κάλπης έχουν να επιλέξουν ανάμεσα στο κόμμα του Ραχόι και τους Ciudadanos. Μάλιστα υπολογίζεται πως η παρούσα αύξηση των ποσοστών των Ciudadanos οφείλεται περισσότερο στις ψήφους που αρρύει από τη δεξαμενή της αποχής (250.000) και τους νέους.
Σύμφωνα με το δημοσκοπικό γραφείο, η ανακατάταξη του πολιτικού χάρτη οφείλεται στην θριαμβευτική επιστροφή του Σάντσεθ, που προέταξε την αντίθεσή του στην πολιτική ανεκτικότητας των βαρόνων του κόμματος προς την κυβέρνηση Ραχόι και την ενδιάμεση στάση που τηρεί στο ακανθώδες θέμα της ανεξαρτησίας της Καταλωνίας, τασσόμενος υπέρ μίας συμφωνίας κατόπιν διαλόγου και χωρίς να καταστρατηγείται το Σύνταγμα της χώρας—αφήνοντας τις ακραίες θέσεις του PP και των Ciudadanos για απαγόρευση του δημοψηφίσματος και καταδίκη της ανεξαρτησίας να ακούγονται αντιδημοκρατικές.
Όπως τονίζει στην ανάλυσή του το γραφείο Miquel «η μόνη ευκαιρία του Πέδρο Σάντσεθ να γίνει πρωθυπουργός παραμένει η κατάθεση πρότασης μομφής μετά τον Οκτώβριο, σε συνάρτηση με το πώς θα έχει παίξει τα χαρτιά του στο ζήτημα του δημοψηφίσματος για την Καταλωνία, την 1η Οκτωβρίου, με μία προοπτική ‘κεμπεκοποίησης’ του δημοψηφίσματος: εάν αυτό θα πρέπει να επιλυθεί δια της ψήφου, κι έχει προαναγγελθεί ένα δημοψήφισμα, έ, τότε ας το νομιμοποιήσουμε».
Και τούτο γιατί, με βάση τα σημερινά κοινοβουλευτικά δεδομένα, η μόνη λύση για να σχηματισθεί εναλλακτική κυβέρνηση είναι ένα συμμαχικό σχήμα κατά τα πρότυπα της Πορτογαλίας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, El Publico, El Pais, El Mundo