Το Κέντρο Μικρασιατικών και Ποντιακών Ερευνών και οι εκδόσεις ΕΡΕΙΣΜΑ σας προσκαλούν την Τετάρτη 18 Μαΐου 2016, ώρα 19.30 στην εκδήλωση – παρουσίαση του βιβλίου του Χρήστου Μαχαιρίδη: “Μικρασιατική τραγωδία” Ελευθέριος Βενιζέλος, ο ηγέτης του λάθους;
Η παρουσίαση διοργανώνεται στον Πολυχώρο Πολιτισμού ΣΤΑΘΜΑΡΧΕΙΟΝ (Αλικαρνασσού 7 και Λένορμαν – Κολωνός 10441)
Την παρουσίαση θα κάνουν: ο φιλόλογος και ιστορικός Δάνος Παπαδημητρίου και ο καθηγητής και συγγραφέας Χρήστος Κουτσοκλένης. Αποσπάσματα του βιβλίου θα διαβάσουν οι ηθοποιοί: Γιώργος Γιαννακάκος και Μαρίνα Κονταρίνη.
Το βιβλίο “Μικρασιατική τραγωδία – Ελ. Βενιζέλος, ο ηγέτης του λάθους;” κυκλοφόρησε πέρυσι σε δική μου φιλολογική επιμέλεια. Αν ο παππούς μου ήξερε ότι θα αναλάμβανα την επιμέλεια ενός τέτοιου βιβλίου, θα μου είχε ανοίξει το κεφάλι στα δύο με τη μαγκούρα του.
Για τους ανθρώπους που πολέμησαν στη Μικρασία με ένα όραμα ανάμεσα στις προμήθειές τους, πραγματικά πέφτει αρκετά βαρύ.
Το βιβλίο δεν τάσσσεται εξαρχής ενάντια στη μεγαλοϊδεατική πολιτική του Ελευθέριου Βενιζέλου, όχι. Εγείρει όμως πολλά ερωτήματα που την αφορούν και αναδιφεί σε κάθε είδους πηγές προκειμένου να βρει απαντήσεις. Αποτέλεσμα πολυετούς έρευνας, φέρνει στο φως άγνωστα εν πολλοίς στοιχεία και ανασυνθέτει μια διαφορετική, κάπως αιρετική είναι η αλήθεια, εικόνα των γεγονότων που έλαβαν χώρα την περίοδο 1919-1922.
Στέκεται σε σημαντικές εκδόσεις, ψάχνει προσωπικά αρχεία, δίνει στατιστικά στοιχεία και αναδημοσιεύει αποσπάσματα από την προσωπική αλληλογραφία πολλών από τους πρωταγωνιστές της εποχής. Συγκλονιστικές είναι, για παράδειγμα, οι μαρτυρίες για τη στάση των Μεγάλων Δυνάμεων στην ανταλλαγή των πληθυσμών και το προσφυγικό ζήτημα: τηλεγραφήματα υπουργών, άρθρα βουλευτών στον Τύπο, οι αναφορές του Χρυσοστόμου Σμύρνης προς τον Πατριάρχη και πολλές άλλες αναφορές αναπλάθουν τα αιματηρά γεγονότα και τη ζοφερή πραγματικότητα της συγκυρίας.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η διερεύνηση του ρόλου του Αριστείδη Στεργιάδη μέσα από τις πηγές (και είναι μια διερεύνηση που καταλήγει σε ανατρεπτικά συμπεράσματα) αλλά και του θέματος της γενοκτονίας των χριστιανικών κοινοτήτων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, για την οποία δίδονται ανατριχιαστικές λεπτομέρειες. Σε χωριστό κεφάλαιο παρουσιάζονται οι κρίσεις των στενών συνεργατών του Ελ. Βενιζέλου επί της Μικρασιατικής πολιτικής του, υπό το πρίσμα των οποίων εξετάζονται γεγονότα όπως το προσφυγικό δάνειο του 1924 και οι εκλογές της 1.11.1920.
Εξαιρετικά πλούσιο είναι και το φωτογραφικό υλικό που υποστηρίζει την έκδοση. Κάνει ανάγλυφη την αφήγηση και της προσδίδει το ειδικό βάρος του οπτικού τεκμηρίου. Τέλος, η αισθητική της έκδοσης είναι απαράμιλλη, όπως και όλων των εκδόσεων που επιμελείται ο Χρήστος Μαχαιρίδης.
Αυτή είναι η δική μου άποψη, όμως εγώ δούλεψα για το βιβλίο, το θεωρώ κάπως παιδί μου, και είμαι προκατειλημμένη. Ας δούμε την άποψη ενός τρίτου, του φιλόλογου και ιστορικού Δάνου Παπαδημητρίου:
Ο Χρήστος Μαχαιρίδης αποτολμά να αγγίξει, στο βιβλίο του με θέμα τη Μικρασιατική τραγωδία, ένα ζήτημα που τελεί υπό διαρκή διαπραγμάτευση για εννέα και πλέον δεκαετίες, διαφοροποιώντας όμως τη θέση του. Ο ιστορικός ερευνητής καθιστά σαφή την πρόθεσή του να επαναδιαπραγματευτεί το ζήτημα κι όχι να το αναμασήσει ακολουθώντας την πεπατημένη.
Ο αναγνώστης λοιπόν πρέπει να γνωρίζει εκ των προτέρων πως το παρόν βιβλίο δεν είναι μια συμβατική αναμόχλευση του παρελθόντος. Έτσι αναπόφευκτα ο συγγραφέας αλλά ενσυνείδητα και με περίσσιο θάρρος, θέτει το πόνημά του στη δαμόκλειο σπάθη της πιο αδυσώπητης ιστορικής κριτικής.
Επιπρόσθετα, ο συγγραφέας αν και αναγνωρίζει την αδυναμία της συναισθηματικής του απεμπλοκής από τη μικρασιατική ιστορία, λόγω της καταγωγής του, αποτολμά, κι εκεί έγκειται η αξία του βιβλίου, να μελετήσει τα γεγονότα χωρίς να αποποιείται την ταυτότητά του.
Η αξία όμως του συγκεκριμένου ιστορικού μελετήματος έγκειται και στην παρρησία με την οποία ο συγγραφέας εκφράζει τη θέση του. Ο Χρήστος Μαχαιρίδης, ανεξάρτητα από τις τελικές κρίσεις για την ορθότητα ή μη των απόψεών του, αποτολμά να αντιπαρατεθεί εμφατικά στην ισχυρή πλειονοψηφία των συγγραφέων εκείνων που θεωρούν τον Ελ. Βενιζέλο αμέτοχο ευθυνών για τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Με σαφήνεια, διαύγεια και με τη χρήση των πηγών εκείνων που-κατά την άποψή του-είναι αξιόπιστες καθιστά την άποψή του εμφανή, ως προς τον ρόλο που-για τον ίδιο-διαδραμάτισε ο Έλληνας πρωθυπουργός. Έτσι, συνειδητά και με θάρρος αποκλίνει από τις υπάρχουσες ιστορικές κατευθύνσεις, προκαλώντας, ηθελημένα ή μη, τις προϋποθέσεις για έναν μελλοντικό-ελπίζουμε γόνιμο διάλογο.
Μια άλλη παράμετρος που καθιστά την παρούσα έκδοση άξια μνείας είναι η σώφρων επιμονή του μελετητή στην αποφυγή της παγίδας της υπερειδίκευσης, της αναγωγής δηλαδή ενός συγκεκριμένου ιστορικού γεγονότος σε καθοριστικής σημασίας παράγοντα ερμηνείας.
Έτσι αν και εμμένει εμφατικά σε κάποια από τα μείζονος σημασίας γεγονότα, όπως οι εκλογές του 1920, τολμά να προτάξει την ανάγκη για «γενική ιστορία», η οποία αξιοποιεί τα πορίσματα των επιμέρους ιστορικών κλάδων, όπως η δημογραφία, η στρατιωτική ιστορία, η ιστορία του πολιτισμού και ερευνά τις μεταξύ τους σχέσεις. Προσεγγίζοντας το βιβλίο μέσα από το πρίσμα της ιστοριογραφίας και των σύγχρονων τάσεών της, μπορεί να γίνει διακριτή και μια άλλη αρετή.
Φαίνεται ο συγγραφέας να ενστερνίζεται την ανάγκη δοκιμής νέων ιστοριογραφικών αντιλήψεων όπως η αρχή της ριζοσπαστικής νεοτερικότητας, μιας τάσης συνάρτησης νεοτερικότητας και ιστορίας. Κατά αυτό τον τρόπο η ιστορία, για να μην καταντήσει απλή αναδρομή, εξαρτάται από τη νεοτερικότητα για τη διάρκεια και την ανανέωσή της.
Πρακτικά ο συγγραφέας θεωρώντας πως το υπάρχον ιστορικό περιβάλλον συγκροτείται από υποκειμενικές μνήμες, αντιδρά και διακηρύσσει πως το παρελθόν δεν μας προσφέρεται μνημειακά και τελεσίδικα αλλά πάντοτε υπόκειται σε ανακατασκευή, αναθεώρηση και επινόηση.
Εδραζόμενος πιθανόν και στη σημερινή ατυχή οικονομική συγκυρία φαίνεται να προτείνει στο κοινωνικό σύνολο, μέσω του έργου του, για να ξεπεράσει την πολύπλευρη και πολυσχιδή κρίση που το μαστίζει την κατασκευή ενός νέου αφηγήματος για το παρελθόν του, ώστε να μπορέσει να οραματιστεί και να διεκδικήσει ένα καλύτερο μέλλον.
Από τα παραπάνω μπορεί κάποιος εύλογα να οδηγηθεί στο συμπέρασμα πως το βιβλίο του Χρήστου Μαχαιρίδη δεν είναι μέρος μιας επαναλαμβανόμενης διαδικασίας καταγραφής των πορισμάτων της κυρίαρχης ιδεολογίας. Αντίθετα αποτελεί το αποτέλεσμα της ερευνητικής τόλμης ενός μελετητή της ιστορίας, που αν και δεν αυτοπροσδιορίζεται ως ιστορικός, συγκεντρώνει πολλά από τα γνωρίσματά του.
Γι̉ αυτό και δεν κρίνεται άστοχη η προσθήκη της εργασίας του στον κατάλογο εκείνων των ιστορικών βιβλίων που μπορούν να λειτουργήσουν ως αντίβαρο σε μια αυξανόμενη διολίσθηση της ιστορικής έρευνας προς την άφεση και τη λήθη, ως αντίλογος σε μια γόνιμη και ουσιαστική συζήτηση εντοπισμού των πολιτικών σφαλμάτων που οδήγησαν στη μεγαλύτερη νεοελληνική εθνική καταστροφή. Κι όλα αυτά, όχι με διάθεση καταλογισμού ευθυνών, η ιστορία άλλωστε δεν πρέπει να λειτουργεί εκδικητικά, αλλά με πρόθεση, μέσω της διδαχής, την αποφυγή επανάληψης των ίδιων λαθών στο μέλλον.
Κρατώ το σημείο που ο κ. Παπαδημητρίου μιλάει για την “κατασκευή ενός νέου αφηγήματος για το παρελθόν” που θα επιτρέψει στον δοκιμαζόμενο σήμερα, ανάμεσα στις συμπληγάδες των μνημονίων και του προσφυγικού, λαό μας “να μπορέσει να οραματιστεί και να διεκδικήσει ένα καλύτερο μέλλον”. Οι αφηγήσεις της ιστορίας μας είναι κομμάτι της εθνικής μας ταυτότητας: αν αλλάξουν, διαφοροποιείται κι εκείνη.
Σήμερα όμως, περισσότερο ίσως από ποτέ άλλοτε στην ιστορία μας, αξίζει να αναρρωτηθούμε όχι μόνο γι’ αυτό αλλά και για την ίδια την έννοια του έθνους-κράτους όπως την ξέρουμε: πόσο δόκιμη είναι στη σημερινή εποχή που τα κράτη δεν έχουν αυτοτέλεια και δεν μπορούν να σταθούν αυτόνομα και πόσο αποτελεί άλλοθι για μια διαπραγμάτευση κενή από πραγματικό περιεχόμενο. Βιβλία σαν του Χρήστου Μαχαιρίδη που συντελούν σε νέες αφηγήσεις της ιστορίας μας (ουσιαστικά την ξαναγράφουν), μπορεί να είναι η αφετηρία μιας τέτοιας διερώτησης.
Χριστίνα Λιναρδάκη
Πηγή: stigmalogou.gr